Ηλεκτρονική διακυβέρνηση: Όταν η ευελιξία καταλήγει… ανέκδοτο

Η έννοια της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης σχεδιάστηκε για να εξυπηρετεί τον πολίτη: να περιορίσει τη γραφειοκρατία, να ενισχύσει τη διαφάνεια, να επιταχύνει τις διαδικασίες και –κυρίως– να διευκολύνει την επικοινωνία και τη συνεργασία μεταξύ δημόσιων φορέων και πολιτών. Ωστόσο, στην πράξη, και ειδικά στο πεδίο ευθύνης του Υπουργείου Μεταφορών, παρατηρούνται σημαντικές παρεκκλίσεις από αυτό το όραμα.

Ένα χαρακτηριστικό –και απογοητευτικό– παράδειγμα αποτελεί η διαδικασία καθορισμού ημερομηνίας εξέτασης υποψηφίων οδηγών. Μέχρι πρότινος, μέσω της υπάρχουσας ψηφιακής πλατφόρμας (booking), υπήρχε η δυνατότητα να ορίζεται η ημερομηνία εξέτασης βάσει της διαθεσιμότητας τόσο του υποψηφίου όσο και της σχολής οδήγησης. Ήταν μια πρακτική, λογική και εύχρηστη λύση.

Με την εισαγωγή της νέας πλατφόρμας,  για το ηλεκτρονικό ΔΕΕ, ωστόσο, αυτή η δυνατότητα καταργείται. Η ημερομηνία εξέτασης πλέον επιλέγεται μονομερώς –είτε από κάποιον υπάλληλο, είτε αυτόματα από το σύστημα– χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι αντικειμενικές συνθήκες και υποχρεώσεις του υποψηφίου. Αυτό το πισωγύρισμα δεν είναι απλώς αδικαιολόγητο,  είναι και δυνητικά προβληματικό.

Γιατί αποτελεί πρόβλημα αυτή η αλλαγή:

  1. Αδιαφορία για τις ανάγκες των πολιτών:  Οι υποψήφιοι οδηγοί δεν είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Δεν είναι “χρυσόψαρα σε μια γυάλα” που απλώς περιμένουν πότε θα “ξυπνήσει” το σύστημα να τους καλέσει. Πολλοί είναι εργαζόμενοι, γονείς, φοιτητές, με καθημερινότητες φορτωμένες και προγράμματα ασφυκτικά. Πώς είναι δυνατόν να απαιτείται να παρατήσουν δουλειές, σπουδές ή οικογένεια, μόνο και μόνο επειδή κάποιος αυθαίρετα όρισε εξέταση σε μέρα και ώρα που δεν εξυπηρετεί κανέναν;

  2. Κατάργηση της συνεργασίας: Η εξέταση ενός υποψηφίου είναι διαδικασία που απαιτεί (δυστυχώς εντέχνως, για τους γνωστούς λόγους που έχουμε αναφέρει…)  συνεννόηση μεταξύ σχολής, υποψηφίου και υπηρεσίας. Η πλήρης απουσία δυνατότητας διαλόγου και επιλογής οδηγεί σε τριβές, ακυρώσεις και αναστάτωση.

  3. Ανισότητες στην πράξη: Η αδυναμία ευελιξίας πλήττει δυσανάλογα εκείνους που δεν μπορούν να “προσαρμοστούν” – ανθρώπους με βάρδιες, χαμηλό εισόδημα, ή περιορισμένη δυνατότητα μετακίνησης.

  4. Τεχνολογία χωρίς ανθρωποκεντρική λογική: Η τεχνολογία πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο, όχι να τον αποκλείει ή να τον αγνοεί. Η αυτοματοποίηση δεν είναι πανάκεια – ιδίως όταν εφαρμόζεται άκριτα και χωρίς πρόβλεψη για εξαιρέσεις και ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Αλήθεια, πόσο δύσκολο μπορεί να είναι στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης να συνεργαστούν δύο ηλεκτρονικές πλατφόρμες; Πόσο πιο περίπλοκο είναι να δημιουργηθεί ένα σύστημα που θα συνδυάζει τεχνική ευφυΐα με ανθρώπινη λογική, σεβασμό και ευελιξία;

Η κατάργηση μιας λειτουργικής πρακτικής, στο όνομα μιας “αναβάθμισης”, υπονομεύει την ίδια τη φιλοσοφία της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν έχει κανένα νόημα όταν εφαρμόζεται με αυταρχισμό και αδιαφορία για τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων. Χρειαζόμαστε τεχνολογία που να διευκολύνει τη ζωή μας – όχι να τη δυσκολεύει περισσότερο.

Γιατί τελικά, η ευελιξία δεν είναι απλώς μια επιθυμητή πολυτέλεια ή ένα προνόμιο για λίγους – είναι ένα θεμελιώδες δικαίωμα κάθε ανθρώπου..!

@

Δείτε την παρουσίαση: